Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

2 Φεβρ. 1934: Ἀπό τὸν Καρδαμᾶ εἰς τὸ ΦΘΙΣΙΑΤΡΕΙΟΝ «ΣΩΤΗΡΙΑ» ἐν Ἀθήναις.

 Ἀπὸ τὸν Καρδαμᾶ εἰς τὸ ΦΘΙΣΙΑΤΡΕΙΟΝ «ΣΩΤΗΡΙΑ», ἐν Ἀθήναις  
( ΠΑΤΡΙΣ  Πύργου, 2 Φεβρ. 1934)
  
                                                                                                                     Ἱστορικὴ Ἔρευνα καὶ Ἐπιμέλεια:
                                                                                                                                  Ἄγγελος Λιβαθινός
                                                                                                                               Καθηγ. Μαθηματικῶν

Μία ἐξόχως συγκινητική, πένθιμη καὶ γεμάτη ἀνθρώπινα συναισθήματα περιγραφὴ τοῦ πόνου καὶ τῆς ἀγωνίας τῶν ἀσθενῶν τοῦ ἐν Ἀθήναις Νοσοκομείου «ΣΩΤΗΡΙΑ»  καὶ τῶν συγγενῶν τους, γραμμένη ἀπὸ ἕναν Καρδαμαῖον,  ὁ ὁποῖος θρηνεῖ τόν πόνον καὶ τὰ βάσανα τῆς Μητέρας του, ἡ ὁποία νοσηλεύεται ἐκεῖ, καὶ ἡ, ὡς βάλσαμον, παρουσία εἰς τό Νοσοκομεῖον  τοῦ ἐξ Ἀμαλιάδος Ἰατροῦ, Γεωργίου Τατάνη!

Πληροφοριακὰ  καὶ Ἱστορικὰ σχόλια τοῦ Ἐπιμελητοῦ :
 Ὁ Συγγραφεὺς τοῦ ἄρθρου στὴν ἐφημερίδα «ΠΑΤΡΙΣ» τῆς 2.2.1934 ὑπογράφει μὲ τά στοιχεῖα: « Καρδαμᾷ 2/2/1934, Ἀθ. Καν… », ἑπομένως ὑπονοεῖται ὅτι εῖναι Καρδαμαῖος, καὶ στὸ κείμενὸν του περιγράφει τὴν προσωπικὴν του καὶ οἰκογενειακὴν του ἀγωνία, γιὰ τοὺς πόνους καὶ τὰ βάσανα τῆς ἀγαπημένης του Μητέρας, ἡ ὁποία νοσηλεύεται στὸ Νοσοκομεῖον «Σωτηρία», πάσχουσα, ὡς φαίνεται, ἀπὸ κάποιο βαρὺ νόσημα τοῦ θώρακος.
Προσπαθοῦντες νὰ ἐπιβεβαιώσουμε τὴν ἐκ Καρδαμᾶ καταγωγὴ τοῦ ὑπογράφοντος "Ἀθ. Καν... ", καὶ ἀξιοποιοῦντες τὰ Ἀρχεῖα, ποὺ διαθέτουμε γιὰ τὸν Καρδαμᾶ καὶ τοὺς παλαιοὺς κατοίκους του, ὁδηγηθήκαμε στὴν ἀποκάλυψη τοῦ πλήρους ἐπωνύμου καὶ τῆς οἰκογενείας τοῦ Συγγραφέως αὐτοῦ τοῦ ἄρθρου!
:
  Πρόκειται γιὰ τὸν  νέον, Ἀθανάσιον Κανελλόπουλον, τοῦ ὁποίου ὁ Πατέρας, μὲ ὀνομαστικὰ στοιχεῖα: Κ. Κανελλόπουλος, κατὰ τὴν περίοδον ἐκείνην, διετέλει  Σταθμάρχης τοῦ Σιδηροδρομικοῦ Σταθμοῦ Καρδαμᾶ,  τουλάχιστον κατὰ τὸ χρονικὸν διάστημα  ἀπὸ τοῦ ἔτους 1932 μέχρι καὶ τοῦ 1934. Ἴσως καὶ νὰ ὑπηρετοῦσε στὸν Καρδαμᾶ καὶ πρὸ τοῦ 1932, ἴσως καὶ μετὰ τὸ 1934, ἀλλὰ δὲν διαθέτουμε βέβαια   στοιχεῖα περὶ αὐτοῦ.
Ὁ νεαρὸς Ἀθανάσιος Κανελλόπουλος ( «Ἀθ. Καν…»), διαμένων  μετὰ τῆς οἰκογενείας του στὸν Καρδαμᾶ, συμφώνως πρὸς δημοσίευμα τῆς Ἐφημερίδος «Πατρίς» γιὰ τά ἀποτελέσματα τῶν προαγωγικῶν Ἐξετάσεων  τοῦ Γυμνασίου Ἀμαλιάδος, ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Γυμνασίου αὐτοῦ, ἀπὸ τὸ  ὁποῖον  φαίνεται, ὅτι μᾶλλον  ἀπεφοίτησε. Ὁ Πατέρας του, Κ. Κανελλόπουλος, ἐμφανίζεται τὴν 3ην Ἰουλίου 1932 σὲ  εὐχαριστήριον δημοσίευμά του στὴν ἐφημερίδα  «ΠΑΤΡΙΣ» Πύργου πρὸς τὸν Ἰατρὸν, κ. Νταῆν, ὑπογράφων μὲ τὰ στοιχεῖα: « Ὁ Εὐγνωμονῶν,  Κ. Κανελλόπουλος, Σταθμάρχης Καρδαμᾶ».   
 Ὁ Ἰατρός, κ. Νταῆς, ἐφρόντιζε  ἰατρικῶς τὴν σύζυγον τοῦ Σταθμάρχη  Κ. Κανελλοπούλου, ἡ ὁποία καὶ τότε, ὡς φαίνεται, ἔπασχε ἀπὸ τὸ νόσημα, τὸ ὁποῖον  ἀργότερον (1933) τὴν ὁδήγησε στὸ Φθισιατρεῖον «Σωτηρία», γεγονός, τὸ ὁποῖον περιγράφει μέ λίαν συγκινητικὴν καὶ σπαρακτικὴν ἔκφρασην ὁ ὑιὸς της, «Ἀθ. Καν… », δηλαδή ὁ νέος  Ἀθανάσιος Κανελλόπουλος.
 Ἡ «Σωτηρία» ἤτανε τότε τὸ μεγαλύτερον Νοσοκομεῖον τῆς Ἑλλάδος (καὶ τῶν Βαλκανίων) γιὰ ἀσθενεῖς πάσχοντες ἀπὸ φυματίωση ἤ ἀπὸ ἄλλο βαρὺ νόσημα τοῦ θώρακος (Φθισιατρεῖον)!     
………..
Ἀκολουθεῖ ἡ ἀντιγραφὴ τοῦ  ἐξαιρετικοῦ  καὶ συγκινητικοῦ Ἄρθρου τοῦ ἐκ Καρδαμᾶ Νέου, Ἀθ(ανασίου)  Καν(ελλοπούλου), στὴν ἐφημερίδα «ΠΑΤΡΙΣ» Πύργου ( 2.2.1934): 

 
Ἐφημερὶς  «ΠΑΤΡΙΣ»  Πύργου 02.02.1934
………………………………………….
Η ΔΡΑΣΙΣ  ΤΟΥ ΣΥΜΠΟΛΙΤΟΥ  κ. Γ. ΤΑΤΑΝΗ  ΕΙΣ ΤΟ ΦΘΙΣΙΑΤΡΕΙΟΝ « ΣΩΤΗΡΙΑ»
……………………
Ὅποιος ταξείδεψε στήν Ἀθήνα καὶ δὲν πῆγε νὰ ἐπισκεφθῇ τό   Φθισιατρεῖο τῆς «Σωτηρίας» (τὸ θλιβερὸ αὐτὸ οἴκημα, ποὺ προβάλλει αἰνιγματικὰ μέσ’ στὴν γύρω ὀργιώδη ζωή), δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ νοιώσῃ τὸ μέγεθος  τοῦ ἀνθρωπίνου πόνου, ποὖναι τρανώτερος κι  ἀπ’ αὐτὸν τόν θάνατο ἀκόμα!  Μέσ’ στὸν ξεχωριστὸ κόσμο τῆς «Σωτηρίας» πεθαίνουν κατὰ τόν πιὸ ἀλλόκοτο τρόπο δύο χιλιάδες ψυχές, ἐνῷ βλέπουν, μιλοῦν, κινοῦνται, ζοῦν, στὴν ἐπιφάνεια τῆς ἐξωτερικῆς ἐντυπώσεως τῶν ἄλλων, ποὺ ἀπὸ ἐκείνους τοὺς χωρίζει μακρυνὴ ἀπόσταση.
Γύρω ἀπὸ τὸ μεγαλόπρεπο καὶ περίεργο αὐτὸ κοιμητήριο, ὑψηλὰ καὶ ἀγέρωχα στέκονται τ’ ἀθάνατα πεῦκα, ποὺ λὲς καὶ σαρκάζουν μ’ ἕνα γέλιο, ποὺ θέλει νὰ κλάψῃ. Δὲν λένε τίποτα ὡστόσο. Στὴν ὄψη τους κλείνουν μιὰ σκληρὴ ἀταραξία  καὶ μόνον τὰ φύλλα των ψέλνουν βουβό καὶ στριγγὸ τὸ ἐπικήδειο μοιρολόγι, ὅταν ἡ διπλανὴ καμπάνα πένθιμους σκορπίσῃ τοὺς ἤχους τῆς αἰώνιας εἰδήσεως, ὅτι κι  ἄλλου ἑνὸς σκεπάστηκαν  τὰ δακρυσμένα μάτια,  κάτω ἀπὸ τὸ βαρύ πέλμα τῶν κουρασμένων του βλεφάρων. Κι  ἡ νοσοκόμος, -ἡ ἴδια νοσοκόμος, ποὺ τὸ ἐπάγγελμὰ της τὴν ἔμαθε νὰ ξέρῃ ἀπ’ ἔξω τὸ μάθημὰ της- ἐπισφραγίζει  μὲ τὰ ἴδια πάντα λόγια τὴν συνηθισμένη πληροφορία:
-Στὸ Νο…  πέθανε ἡ ….. .  Ἄφησε 5-10 δραχμές……
  Ἔτσι σ’ ἕνα ἀδιάκοπο καὶ μονότονο γύρισμα μιᾶς  λυπητερῆς ἱστορίας, ποὺ ποτὲ της δὲν τελειώνει,  διαγράφονται ἀπὸ τόν στυγνὸ κατάλογο οἱ πεθαμένοι, γιὰ νὰ γραφτοῦν οἱ ζωντανοί, ποὺ κουβαλιῶνται κάθε μέρα στὸ Σανατόριο.
-Οἱ ζωντανοί!  Πῆγα κι  ἐγώ (μῆνες τώρα) τόν πιὸ ἀγαπημένο μου ζωντανό, ἕνα πρόσωπο, ποὺ μαζὶ του μὲ συνδέουν οἱ λεπτότεροι καὶ εὐλαβικώτεροι δεσμοί, ἀπὸ τὴν ἡμέρα, ποὺ γεννήθηκα.  Ἤμουνα ξένος πρὸς τὸ περιβάλλον ἐκεῖνο καὶ ζήτησα κανέναν πατριώτη ἐκεῖ. Γιὰ καλὴ μου τύχη βρῆκα τόν κ. Γεώργ. Τατάνη, Ἰατρό, ἀπὸ τὴν γειτονικὴ μας Ἀμαλιάδα, ἐπιστήμονα μὲ ἐξαιρετικὴ δράση καὶ μὲ ἐπιτυχίες, ποὺ τώρα, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς θεραπευομένους του ὁμολογοῦν μὲ σεβασμὸ καὶ προφέρουν μὲ συγκίνηση τὸ ὄνομὰ του.  
Στὸ πρόσωπο τοῦ κ. Τατάνη ὅμως δὲν συνήντησα μόνον τόν δυνατὸ γιατρό, ἀλλὰ καὶ τὸν ὑπέροχο πατριώτη. Γιατί, ὅταν τοῦ εἶπα, ὅτι εἶμαι ἀπὸ τὰ μέρη τὰ δικὰ μας, δὲν προσπάθησε,  παρὰ πῶς νὰ μ’ ἐξυπηρετήσῃ περισσότερο καὶ καλλίτερα.
Εἶναι, ἀλήθεια, μεγάλος πατρώτης ὁ κ. Τατάνης. Ἡ ὑποστήριξη, ποὺ μὲ τόση ἀφιλοκερδῆ προθυμία δίνει στοὺς πατριῶτες του, δὲν μπορεῖ νὰ ζωγραφισθῇ μὲ τὴ φτωχὴ μου πέννα. Εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ ὅσο μπορεῖ κανένας νὰ φαντασθῇ· καὶ γι’ αὐτό, ἐκφράζων τὸν  εἰλικρινῆ ἐνθουσιασμὸ μου, ἀπὸ τὴ στήλη αὐτὴ τῆς ἐφημερίδος, θέλω νὰ βροντοφωνήσω σ’ ὁλόκληρη τὴν Ἠλεία, ὅτι ὁ κ. Τατάνης ἀποτελεῖ σέμνωμα  τόσο στὸν ἐπιστημονικὸ κόσμο τῆς Ἑλλάδος, ὅσο καὶ παρήγορη ἐλπίδα, σὲ ὅσους καταφεύγουν στὴ «Σωτηρία», ὅπως σ’ ἐκείνη τὴ γλυκειὰ μάνα, ποὺ πονεῖ ἐκεῖ ἐπάνω, ὅσο καὶ σὲ μίαν ὁλόκληρη οἰκογένεια, πού κλαίει ἐδῶ κάτω τὴν ἀδυσώπητη στέρησί της….
                                                                                 Καρδαμᾷ  2/2/1934 
                                                                         Ἀθ.  Καν.....                       
-----------------------------
Ἄγγελος Λιβαθινὸς